βρακί
Ένα κομμάτι ύφασμα. Από λινό. Από δέρμα. Μεταξωτό. Βαμβακερό..
Ακουμπώ πάνω της εδώ και αιώνες. Ήμουν μακρύ, ήμουν ένα κορδόνι, έχω ραφές, κλωστές και ξέφτια. Είμαι απαλό σα χάδι. Είμαι ενοχλητικό, τη φαγουρίζω. Είμαι κοντά στο κέντρο. Μπορώ να παρατηρώ ανενόχλητο όλη τη μηχανή της δημιουργικότητάς της να ξεφύσα, να ξαποσταίνει, να αναβλύζει.
Είμαι λευκό. Τρέχω μαζί της, σκαρφαλώνω, κάπου νιώθω ένα αεράκι, δυο μάτια καρφωμένα πάνω μου όταν πέφτει από το ποδήλατο και έρχεται εκείνος να τη βοηθήσει, κατεβάζει απότομα το λερωμένο φορεματάκι και με κρύβει ξανά. Δεν πρέπει να με βλέπουν της έχουν πει.
Λευκό ήμουν κι όταν με στόλισε με χυμούς παραγινωμένης φράουλας - τι πλάσμα είναι αυτό σκέφτηκα, γεννάει χρώμα! Μα εκείνη τρόμαξε..είδε ωμή την ομορφιά της. Την είδαν κι οι άλλοι γύρω της. Τρόμαξαν κι αυτοί, της έμαθαν να κρύβεται ξανά, με παραφουσκώνει με κάτι αλλόκοτα που μου κρύβουν τη θέα..ας είναι. Εγώ τώρα ξέρω.
Είμαι μαύρο. Αέρινο, δαντελωτό. Με κορδέλες, χωρίς σχήμα σχεδόν, την αγγίζω και μετά τη χάνω ξανά. Καταλαβαίνω όμως. Περπατά σα να πετά. Πρέπει να έχει το κεφάλι ψηλά, να χαμογελά, μπορώ να αφουγκραστώ πολλά αφού η φούστα είναι κοντή και η φωνή κελαρυστή. Ο κόσμος πρέπει να έχει ομορφιά τελικά κι ας μην τη βλέπω.
Είμαι φαρδύ και ανθισμένο. Αγκαλιάζω την κοιλιά της, πόσο μεγάλη και στρογγυλή, είχα ακούσει ότι η Γη είναι στρογγυλή, έτσι θα μοιάζει μάλλον. Κάτι κουνιέται, με σκουντά συνεχώς, εκείνη βάζει το χέρι πάνω, μας χαϊδεύει. Εμένα, την κοιλιά, αυτό. Άνοιξη.
Είμαι κόκκινο. Ελαφρύ, φρυλλένιο, καμωμένο από σατέν και θέλγητρο. Αχ! Λες να έφταιξα εγώ;
Ήρθε καταπάνω της σκοτεινός, φριχτός. Την πόνεσε, την πέταξε στα πλακάκια, με τράβηξε με βία, ξέφτισαν οι κόκκινες κλωστές μου, πού είναι δεν τη βλέπω. Μόνο κραυγές. Αίμα. Και μετά λυγμός. Με αναζητά, με κρατά στα χέρια της. Της κάνω παρέα ώσπου να σταθεί ξανά.
Είμαι ίδιο χρώμα με εκείνη. Αλλάζω κατά πώς νιώθει. Στέκομαι εκεί, χρήσιμο μα και άχρηστο, δέρμα πάνω στο δέρμα της, μυρωδιά από τη μυρωδιά της. Κι όποτε θέλει με βγάζει και με πετάει. Τότε την αγαπώ ακόμα περισσότερο. Γιατί εγώ είμαι απλά ένα κομμάτι ύφασμα. Ένα βρακί.